Ερευνητικό Πρόγραμμα για τα Σπήλαια στο όρος Πήλιο

Το 2005 ξεκίνησε το τριετές Pelion Cave Project από το Ινστιτούτο της Δανίας στην Αθήνα σε συνεργασία με την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας – Σπηλαιολογίας Βόρειας Ελλάδας του Υπουργείου Πολιτισμού. Διευθυντής του προγράμματος είναι ο αρχαιολόγος Niels H. Andreasen. Ο σκοπός του έργου είναι να ρίξει φως στην ποικιλότητα, την πολυπλοκότητα και την εξέλιξη της χρήσης των σπηλαίων στο όρος Πήλιο στη Θεσσαλία, κυρίως από το τέλος της Οθωμανικής περιόδου σε αυτή την περιοχή (1881) ως σήμερα.

Η κτηνοτροφία, η τοπική ιστορία και η λαογραφία που σχετίζονται με τα σπήλαια σπανίως έχουν τεκμηριωθεί συστηματικά σε μια ευρύτερη γεωγραφική περιοχή. Παρά το γεγονός ότι τα υλικά κατάλοιπα και η γνώση σχετικά με τη χρήση των σπηλαίων εξαφανίζονται ραγδαία, οι σπηλιές παραμένουν μια πολύτιμη πηγή πληροφοριών για την τοπική ιστορία και οικονομία. Η έρευνα στο Πήλιο είναι μια μοναδική ευκαιρία να τεθούν ερωτήματα – κλειδιά εθνογραφικού και ιστορικού ενδιαφέροντος και έχει ήδη αναδείξει διαφοροποιήσεις στη χρήση των σπηλαίων, οι οποίες διαφορετικά θα έμεναν απαρατήρητες. Η μεθοδολογία της έρευνας περιλαμβάνει επιφανειακή έρευνα, συστηματική συλλογή αντικειμένων από τα δάπεδα των σπηλαίων, έρευνα για την τοπική ιστορία και συνεντεύξεις με ντόπιους πληροφοριοδότες.

Η έρευνα κατά την περίοδο 2006-2008 οδήγησε στην καταγραφή 160 σπηλαίων και βραχοσκεπών και στη συλλογή πλούσιου εθνογραφικού υλικού. Αντλώντας στοιχεία από τα αρχαιολογικά και τοπογραφικά δεδομένα των σπηλαίων, όπως και από ιστορικές πηγές, την προφορική ιστορία και τη λαογραφία, το έργο έχει θέσει ενδιαφέροντα ζητήματα σχετικά με την χρήση των σπηλαίων πριν και μετά την αρχή της βιομηχανικής περιόδου. Η χρήση των σπηλαίων στο Πήλιο καταδεικνύει μια εικόνα πολύ πιο σύνθετη από αυτή που συνήθως γίνεται αντιληπτή από τους αρχαιολόγους και προσφέρει μια συναρπατική ματιά στο ανθρωπογενές τοπίο πέρα από το πολιτιστικό τοπίο των χωριών και των καλλιεργήσιμων εκτάσεων.

Η αρχαιολογική και εθνογραφική έρευνα πεδίου υποστηρίζεται από το Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας (INSTAP), το Ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστoπούλου, το αρχαιολογικό ίδρυμα της Βασίλισσας Μαργκρέτε B’ και το ίδρυμα Augustinus. Η επιστημονική προσαρμογή των στοιχείων ώστε να δημοσιευτούν σε μια μονογραφία στα αγγλικά (αναμένεται το 2016) έγινε εφικτή χάρη σε μια δωρεά από το Δανικό Συμβούλιο για την Έρευνα (Τμήμα Επιστήμης, Τεχνολογίας και Καινοτομίας).

Για περισσότερες πληροφορίες δείτε εδώ. Κατταβιά στη Νότια Ρόδο

Κατταβιά στη Νότια Ρόδο

Το Ινστιτούτο της Δανίας στην Αθήνα, σε συνεργασία με το Εθνικό Μουσείο της Κοπεγχάγης και την Εφορεία των Δωδεκανήσων (που αντιπροσωπεύεται από τον Dr. Effy Karantzaly) πραγματοποίησαν τον Ιούνιο του 1994 μια αναγνωρισική έρευνα στην κοιλάδα γύρω από το χωριό Κατταβιά στη Νότια Ρόδο.
Μια ομάδα αρχαιολόγων, με επικεφαλής τον Dr. Phil. Søren Dietz (διευθυντής του Ινστιτούτου της Δανίας μέχρι το 1997) και mag.art. Mette Korsholm ως διευθύντρια της έρευνας, εξέτασαν μια περιοχή περίπου 5 χλμ2.
Κατάφεραν να εντοπίσουν το κέντρο του αρχαίου δήμου Κατταβιά, ένα εργαστήριο για ανάγλυφη διακόσμηση αμφορείς από την πρόωρη αρχαϊκά περίοδο (7ος αιώνας π.Χ.) και ένα μεγάλο εργαστήριο παραγωγής αμφορέων εμπορίου. Το συλλεγόμενο υλικό τεκμηρίωσε τον οικισμό στην κοιλάδα από τη νεολιθική εποχή μέχρι τα πρώτα χριστιανικά χρόνια και αργότερα. Κεραμική επεξεργασία έγινε από τον επιμελητή John Lund του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου της Δανίας.
Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από το ίδρυμα Consul General Gösta Enbom.


Κεφαλονιά

Μια επιφανειακή έρευνα στο δυτικό τμήμα της Κεφαλονιάς, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Klavs Randsborg από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, ξεκίνησε υπό την αιγίδα του Σουηδικού Ινστιτούτου το 1992. Η έρευνα συνεχίστηκε από το Ινστιτούτο της Δανίας τα έτη 1993 και 1994. Ως μέρος του έργου έγιναν μετρήσεις της αρχαίας πόλης της Σάμης.

Pelion Alafoklisi

Αλαφόκληση – Πήλιο