Καλυδώνα

image

Location

Kalydon

Funded By

Augustinus Foundation, Ny Carlsberg Foundation, General Consul Gösta Enbom Foundation and Carlsberg Foundation

Started

2001

information

Το 2001, το Δανικό Ινστιτούτο ξεκίνησε ένα μεγάλης κλίμακας αρχαιολογικό ερευνητικό έργο πεδίου στην αρχαία Καλυδώνα στην Αιτωλία. Η Καλυδώνα βρίσκεται περίπου οκτώ χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή από τη Χαλκίδα, στη δυτική πλευρά του όρους Βαράσοβα προς την κατεύθυνση της σημερινής πρωτεύουσας της Αιτωλίας, του Μεσολογγίου.

Θέατρο Καλυδώνας 2011-2014

Οι ανασκαφές του αρχαίου Ελληνικού θεάτρου της Καλυδώνας διεξήχθησαν από το 2011 έως το 2014. Οι εργασίες ήταν μέρος της συνεργασίας του Ινστιτούτου της Δανίας στην Αθήνα και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδος. Τις εργασίες πεδίου διηύθυναν η πρώην Προϊσταμένη της Εφορείας, Δρ. Ολυμπία Βικάτου και ο Δρ. Rune Frederiksen, πρώην Διευθυντής του Ινστιτούτου της Δανίας (fig. 1). Το θέατρο είχε αρχικά εντοπιστεί το 1967 κατά τη διάρκεια εργασιών στην περιοχή και ένα μικρό τμήμα του κοίλου είχε ανασκαφεί από τον Ευθύμιο Μαστροκώστα. Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν μεταξύ του 2001 και 2003 από τον πρώην Διευθυντή του Ινστιτούτου, Δρ. Søren Dietz, σε συνεργασία με τους Λάζαρο Κολώνα και Μαρία Σταυροπούλου-Γάτση.

Το κοίλον αποτελείται από 31 σειρές καθισμάτων, με τις εννέα χαμηλότερες σειρές να σχηματίζουν γωνία 90 μοιρών στις άκρες τους σχηματίζοντας με αυτό τον τρόπο τετράγωνου σχήματος ορχήστρα (fig. 2). Η κατασκευή αυτή είναι ασυνήθιστη στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο. Συνήθως, οι ορχήστρες είναι κυκλικές με ημικυκλική διάταξη καθισμάτων. Το ιδιαίτερο σχέδιο του κοίλου πιθανώς να υποδεικνύει δύο διαφορετικές κατασκευαστικές φάσεις. Υπολογίζεται ότι το θέατρο είχε χωρητικότητα 5.600 καθήμενων, μεγαλύτερη από τον πληθυσμό της πόλης. Η σκηνή αποτελείται από ένα διώροφο κτίριο στο πίσω μέρος και το προσκήνιο χαμηλότερα, με δέκα Ιωνικού τύπου κίονες μπροστά του. Εκατέρωθεν του προσκηνίου υπάρχουν επικλινείς διάδρομοι που οδηγούν στο λογείον (σκηνή) (fig. 3).

Η κεραμική που προέκυψε από τις ανασκαφές υποδεικνύει πως το κτίριο της σκηνής κατασκευάστηκε στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. Το αρχιτεκτονικό της σχέδιο δε, συνάδει με τα γνωστά κτίρια της πόλης της ίδιας περιόδου. Μέσω των ανασκαφών φαίνεται επίσης πως ο χώρος είχε και άλλες χρήσεις αφού σταμάτησε να χρησιμοποιείται ως θέατρο. Το θέατρο εγκαταλείφθηκε στις αρχές του 1ου αιώνα π.Χ.

1

1

2

2

3

3

Ακρόπολη-Ιερό Αρτέμιδος Λαφρίας 2013-σήμερα

Το Ινστιτούτο της Δανίας στην Αθήνα και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδος συνεχίζουν από το 2015 τη συνεργατική έρευνα της αρχαίας Καλυδώνας υπό τη διεύθυνση της Δρος Ολυμπίας Βικάτου (Προϊσταμένη της Εφορείας, 2011-2024) και του Δρος Søren Handberg του University of Oslo. Οι έρευνες των τελευταίων ετών επικεντρώνονται στις νέες ανασκαφές της ακρόπολης, στην τοπογραφική αποτύπωση όλων των ορατών μνημείων, στην επαναπροσέγγιση των ερευνών του Ιερού της Αρτέμιδος Λαφρίας και στο Ηρώο που βρίσκεται εκτός της πόλης.

Ανασκαφές της ακρόπολης (2013-2016)

Οι ανασκαφές της ακρόπολης επικεντρώθηκαν στην ολοκλήρωση της ανασκαφής της ιδιωτικής οικίας που χρονολογείται στην Ελληνιστική περίοδο (3ος - 1ος αι. π.Χ.) καθώς και σε μικρότερης κλίμακας έρευνες του οχυρωματικού τείχους της ακρόπολης. Η οικία βρίσκεται πάνω σε μια από τις πολυάριθμες αναβαθμίδες του χαμηλότερου πλατώματος της περιοχής της ακρόπολης το οποίο περικλείει την Ακρόπολη. Η οικία αποτελείται από τέσσερα δωμάτια και μια εσωτερική αυλή (fig. 1). Εντός του δωματίου στη βόρεια πλευρά της οικίας, διατηρούνται τα κατάλοιπα ορθογώνιας εστίας οριζόμενης από λίθους και δίπλα της υπάρχουν εκτεταμένα ίχνη καύσης καθώς και χρηστική κεραμική. Μεταξύ άλλων λειψάνων, ο αύλειος χώρος περιλαμβάνει τα κατάλοιπα δύο κλιβάνων καθώς και τη λίθινη θεμελίωση σιταποθήκης. Ανασκάφηκε επίσης ένα μικρό τμήμα της επίχωσης που βρίσκεται παράλληλα του τείχος που περικλείει το χαμηλότερο πλάτωμα της ακρόπολης. Από την ανασκαφή αυτή προέκυψαν μεγάλες ποσότητες κεραμικής που χρονολογείται στα τέλη του 8ου αιώνα έως τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. Λόγω αυτού, αποδεικνύεται ότι η ακρόπολη κατοικούνταν ήδη από τα πρώιμα χρόνια της πόλης (και περιλάμβανε μεταλλουργικά εργαστήρια) και επίσης πως το οχυρωματικό τείχος κατασκευάστηκε στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.

Ακρόπολη-Ιερό Αρτέμιδος Λαφρίας 2013-σήμερα

Το Ινστιτούτο της Δανίας στην Αθήνα και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδος συνεχίζουν από το 2015 τη συνεργατική έρευνα της αρχαίας Καλυδώνας υπό τη διεύθυνση της Δρος Ολυμπίας Βικάτου (Προϊσταμένη της Εφορείας, 2011-2024) και του Δρος Søren Handberg του University of Oslo. Οι έρευνες των τελευταίων ετών επικεντρώνονται στις νέες ανασκαφές της ακρόπολης, στην τοπογραφική αποτύπωση όλων των ορατών μνημείων, στην επαναπροσέγγιση των ερευνών του Ιερού της Αρτέμιδος Λαφρίας και στο Ηρώο που βρίσκεται εκτός της πόλης.

Ανασκαφές της ακρόπολης (2013-2016)

Οι ανασκαφές της ακρόπολης επικεντρώθηκαν στην ολοκλήρωση της ανασκαφής της ιδιωτικής οικίας που χρονολογείται στην Ελληνιστική περίοδο (3ος - 1ος αι. π.Χ.) καθώς και σε μικρότερης κλίμακας έρευνες του οχυρωματικού τείχους της ακρόπολης. Η οικία βρίσκεται πάνω σε μια από τις πολυάριθμες αναβαθμίδες του χαμηλότερου πλατώματος της περιοχής της ακρόπολης το οποίο περικλείει την Ακρόπολη. Η οικία αποτελείται από τέσσερα δωμάτια και μια εσωτερική αυλή (fig. 1). Εντός του δωματίου στη βόρεια πλευρά της οικίας, διατηρούνται τα κατάλοιπα ορθογώνιας εστίας οριζόμενης από λίθους και δίπλα της υπάρχουν εκτεταμένα ίχνη καύσης καθώς και χρηστική κεραμική. Μεταξύ άλλων λειψάνων, ο αύλειος χώρος περιλαμβάνει τα κατάλοιπα δύο κλιβάνων καθώς και τη λίθινη θεμελίωση σιταποθήκης. Ανασκάφηκε επίσης ένα μικρό τμήμα της επίχωσης που βρίσκεται παράλληλα του τείχος που περικλείει το χαμηλότερο πλάτωμα της ακρόπολης. Από την ανασκαφή αυτή προέκυψαν μεγάλες ποσότητες κεραμικής που χρονολογείται στα τέλη του 8ου αιώνα έως τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. Λόγω αυτού, αποδεικνύεται ότι η ακρόπολη κατοικούνταν ήδη από τα πρώιμα χρόνια της πόλης (και περιλάμβανε μεταλλουργικά εργαστήρια) και επίσης πως το οχυρωματικό τείχος κατασκευάστηκε στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.

Τοπογραφική Έρευνα (2015-2018)

Η συστηματική και αδιάλειπτη τοπογραφική μελέτη της αρχαίας Καλυδώνας αποτύπωσε και κατέγραψε όλα τα ορατά κατάλοιπα πολιτιστικής κληρονομιάς στον αρχαιολογικό χώρο. Η καταγραφή και χαρτογράφηση των αρχαιολογικών λειψάνων επέφερε και ένα νέο και εμπεριστατωμένο τοπογραφικό χάρτη της αρχαίας πόλης (fig. 2). Η αποτύπωση κάλυψε μια περιοχή 634,080 τετραγωνικών μέτρων και εμπερίκλειε ολόκληρη την περιτειχισμένη πόλη, το πλάτωμα του ιερού στα δυτικά της πόλης καθώς και άλλες σημαντικές περιοχές εκτός των τειχών της πόλης, οι οποίες δεν είχαν αποτυπωθεί στο παρελθόν.

Για τη δημιουργία του τοπογραφικού σχεδίου χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικές μέθοδοι ηλεκτρονικής αποτύπωσης. Αποτυπώθηκαν περισσότερα από 777 μνημεία και κτίρια, μεταξύ αυτών οικίες, δρόμοι, αρχιτεκτονικά κατάλοιπα δημοσίων κτιρίων, αρχαία λατομεία και ταφοι.

«Επαναπροσεγγίζοντας» το Ιερό της Αρτέμιδος Λαφρίας και το Ηρώον (2020-2025)

Το πρόγραμμα «Reinvestigating Kalydon's Laphrion Hill» έχει σκοπό να μελετήσει τις δύο μεγάλες περιοχές που αποτέλεσαν το επίκεντρο των Ελληνό-Δανέζικών ανασκαφών κατά τις δεκαετίες του 1920 και 1930: το Ιερό της Αρτέμιδος Λαφρίας και το Ηρώο που βρίσκεται έξω από τη Δυτική Πύλη της πόλης (fig. 3-4). Η νέα έρευνα θα περιλαμβάνει λεπτομερή επανεκτίμηση της τοπογραφίας και της εξέλιξης του ιερού, θα περιλαμβάνει γεωφυσικές έρευνες, συστηματικές ανασκαφές, ηλεκτρονικές αποτυπώσεις και σύγχρονες μεθόδους ανάλυσης των καταλοίπων. Βασικός στόχος του προγράμματος είναι να προσεγγίσει τα δεδομένα που ανακτήθηκαν σχεδόν έναν αιώνα πριν και να τα συνενώσει με τα πορίσματα που έχουν προκύψει από τις νεότερες έρευνες μέσω σύγχρονων μεθοδολογικών εργαλείων.

Η κριτική προσέγγιση των παλαιότερων αποτελεσμάτων και συμπερασμάτων οδήγησε σε επαναπροσδιορισμό της χρονολόγησης και ταυτοποίησης σημαντικών μνημείων εντός του Ιερού. Παραδείγματος χάριν, είναι πλέον σαφές πως η είσοδος προς το Ιερό δεν συμπίπτει με τις προηγούμενες ερμηνείες του χώρου. Φαίνεται επίσης, πως σημαντικά τμήματα του ιερού δεν είχαν ανασκαφεί κατά τις έρευνες των δεκαετιών του 1920 και 1930.

Οι νέες έρευνες, έφεραν στο φως μεγάλη θυσιαστική απόθεση που περιείχε οστά ζώων και χρονολογείται στην Αρχαϊκή περίοδο (6ος-7ος αι. π.Χ.). Προέκυψαν επίσης ίχνη παρουσίας από την Πρωτο-Μεσο Ελλαδική περίοδο και γενικότερα η χρονολογική εξέλιξη του ιερού επανεκτιμήθηκε. Οι μικρής έκτασης ανασκαφές στο Ηρώο διαφοροποίησαν τη χρονολόγηση της κατασκευής της παλαίστρας και αποκάλυψαν πως είχαν γίνει ανακατασκευές στο βόρειο τμήμα του κτιρίου (fig. 4). Το πρόγραμμα περιλάμβανε επίσης ανασκαφές στα απορρίμματα των παλαιότερων ανασκαφών με σκοπό να επανεκτιμηθούν οι παλαιότερες μέθοδοι επιλογής του αρχαιολογικού υλικού.

Οι έρευνες χρηματοδοτούνται από το Carlsberg Foundation και το Augustinus Foundation και διεξάγεται σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια University of Copenhagen, Aarhus University και University of Oslo.

Δημοσιεύσεις:

Αρχ. Δελτίον

1

1

2

2

3

3

4

4